dc.description.abstract |
Η εργαζόμενη μνήμη αποτελεί έναν νοητικό χώρο όπου συγκρατούμε τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη νοητική δραστηριότητα που πρέπει να πραγματοποιήσουμε. Σύμφωνα με την σύγχρονη έρευνα, ελλείμματα στην εργαζόμενη μνήμη εμφανίζουν παιδιά με διαφορετικές νευροαναπτυξιακές διαταραχές όπως παιδιά με ΔΑΦ υψηλής λειτουργικότητας, παιδιά με ειδική γλωσσική διαταραχή ή παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες οφείλονται μάλλον σε ανωμαλίες της γνωστικής διαδικασίας και κύριο χαρακτηριστικό αυτών των διαταραχών είναι ο πιο αργός ρυθμός μάθησης της γλώσσας, ο οποίος πιθανόν εν μέρη να οφείλεται σε ελλείμματα στην εργαζόμενη μνήμη που εμφανίζουν αυτά τα παιδιά. Σκοπός της έρευνας είναι να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει τις εκτιμήσεις προηγούμενων ερευνών εκ των οποίων τα αποτελέσματα φανερώνουν πως τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές διαταραχές παρουσιάζουν ελλείμματα στην ακουστική μνήμη εργασίας εν αντιθέσει με παιδιά τυπικής ανάπτυξης, τα οποία δεν αντιμετωπίζουν τις ίδιες δυσκολίες. Ακόμα, η έρευνα ήθελε να εξετάσει πως διαφορετικοί λεξικοί παράγοντες, όπως το μήκος το λέξεων, η σημασιολογική συνάφεια, η συχνοτήτα των λέξεων, η εικονοποίηση και η φωνοτακτική δομή επηρεάζουν την ικανότητα κωδικοποίησης στα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολιές. Για τη διεξαγωγή της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας χορηγήθηκε στους συμμετέχοντες ανιχνευτικό τεστ νοημοσύνης, η Ελληνική έκδοση του Raven's Coloured Progressive Matrices Τest (Σιδερίδης, Γ., Αντωνίου, Φ., Μουζάκη, Α., Σίμος, Π., 2015) και Πρωτόκολλο αξιολόγησης της λεκτικής εργαζόμενης μνήμης (Ζαροκανέλλου και λοιποί, 2015). Τα αξιολογητικά αυτά εργαλεία χορηγήθηκαν αρχικά στα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, οι ηλικίες των οποίων κυμαινόντουσαν μεταξύ Τρίτης Δημοτικού (8 ετών και 12 μηνών) και Έκτης Δημοτικού (12 ετών). Έπειτα αξιολογήθηκαν παιδιά αντίστοιχης χρονολογικής ηλικίας και φύλου χωρίς ειδικές μαθησιακές δυσκολίες με τον ίδιο τρόπο που αξιολογήθηκαν και τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Η στατιστική ανάλυση αποκάλυψε ότι υπάρχει στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των δυο ομάδων. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες είχαν στατιστικά σημαντική χαμηλότερη επίδοση στην ανάκληση λέξεων των ομάδων 4 και 7 του πρωτοκόλλου, καθώς και στις ψευδολέξεις σε σχέση με τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης. Οι λεξικοί παράγοντες που πιθανώς επηρέασαν περισσότερο την επίδοση των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες ήταν οι παράγοντες της φωνολογικής ομοιότητας και της χαμηλής συχνότητας των λέξεων. Στις υπόλοιπες ομάδες οι τιμές ήταν παρόμοιες. Επίσης, τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική χαμηλότερη επίδοση στους συνολικούς αρχικούς βαθμούς της δοκιμασίας. Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν ελλείμματα στην ακουστική εργαζόμενη μνήμη, ενώ παιδιά τυπικής ανάπτυξης δεν φαίνεται να παρουσιάζουν τις ίδιες δυσκολίες. |
el |