dc.description.abstract |
Η παρούσα πτυχιακή εργασία με τίτλο: << Μελέτη της κατάκτησης των μερών του λόγου σε παιδιά τυπικής ανάπτυξης 4 - 6 ετών με χρήση άτυπης αξιολόγησης>> καλείται να ασχοληθεί με το βαθμό απόκτησης των μερών του λόγου σε ελληνόφωνα παιδιά με τυπική ανάπτυξη ηλικίας από 4 έως 6 ετών μέσω της χορήγησης ενός άτυπου μη-σταθμισμένου τεστ. Επίσης, στόχος μας ήταν να εντοπιστεί κατά πόσο οι δύο μεταβλητές, που είναι το φύλο και η ηλικία μπορούν να επηρεάσουν την επίδοση των παιδιών. Επίσης, χωρίζεται σε δύο μέρη/κεφάλαια, το θεωρητικό και το ερευνητικό.
Στο θεωρητικό μέρος της ερευνητικής εργασίας αναλύεται, βάση βιβλιογραφίας, η γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού , δίνοντας ορισμούς των βασικών εννοιών <<λόγος>>, <<ομιλία>>, <<επικοινωνία>>, αναφέρεται ο τρόπος ανάπτυξης της αντίληψης της ομιλίας στα βρέφη, οι θεωρίες που επικρατούν σχετικά με τη γλωσσική πρόσκτηση καθώς και τα στάδια λόγου και ομιλίας απ’ τα οποία διανύει κάθε τυπικά αναπτυσσόμενο παιδί. Στη συνέχεια, αναφέρονται αναλυτικότατα οι τρεις διαστάσεις του λόγου, η μορφή, το περιεχόμενο και η χρήση. Προς το τέλος του θεωρητικού κεφαλαίου αναφέρονται οι αναπτυξιακές γλωσσικές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής καθυστέρησης, της Ειδικής Γλωσσικής Διαταραχής, των γλωσσικών ελλειμμάτων οφειλόμενων σε νοητική υστέρηση, τον αυτισμό, το Σύνδρομο Asperger, και την κοινωνική πραγματολογική διαταραχή. Τέλος, παρουσιάζεται ο τρόπος ανάπτυξης της μορφολογίας και της σύνταξης σε παιδιά που εμφανίζουν με γλωσσικές διαταραχές.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση: παρόμοιες έρευνες, οι οποίες μελετούν την κατάκτηση των μερών του λόγου σε παιδιά παρόμοιας ηλικίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών οι γενετικοί παράγοντες του φύλου και της ηλικίας επηρεάζουν τις επιδόσεις των παιδιών.
Στη συνέχεια, αναλύεται η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα που βρέθηκαν. Τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν 50, ηλικίας 4-6 ετών. Το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν ένα άτυπο-μη σταθμισμένο τεστ αξιολόγησης των μερών του λόγου, αποτελούμενο από 9 διαφορετικές γραμματικές κατηγορίες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ως προς την ηλικία πράγματι τα μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά (5-6 ετών) παρουσίασαν υψηλότερες επιδόσεις συγκριτικά με μικρότερα σε ηλικία παιδιά (4-5 ετών) σε όλες τις γραμματικές κατηγορίες. Επιπλέον, όσον αφορά στον παράγοντα του φύλου, βρέθηκαν διαφορές με τα κορίτσια ηλικίας 4-5 ετών να παρουσιάζουν υψηλότερες επιδόσεις από τα αγόρια της αντίστοιχης ηλικίας και παρόμοια τα κορίτσια 5-6 ετών να παρουσιάζουν υψηλότερες επιδόσεις από τα αγόρια της ίδιας ηλικίας.
Επειδή, όμως, σε καμία από τις δύο περιπτώσεις δε βρέθηκαν στατιστικά σημαντικά διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων, μπορούνε να εξάγουμε συμπεράσματα μόνο μέσα από την παρατήρηση των μέσων τιμών των δύο ομάδων (φύλο και ηλικία) και δε δύναται να γενικευτούν. Έτσι, καθιερώνουμε νόρμες, υποστηρίζοντας ότι τα παιδιά ηλικίας 4-6 ετών, ανεξάρτητα από το φύλο τους, είναι σε θέση να αξιοποιήσουν ορθά τη γραμματική της μητρικής τους γλώσσας. |
el |