dc.description.abstract |
Η φράουλα (Fragaria x ananassa. Duch) καλλιεργείται εδώ και χιλιάδες χρόνια για τους εύγευστους καρπούς της, υπάγεται στην οικογένεια ροδιδών (Rosacae), στο γένος Fragaria. Ο καρπός της αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή ανοιξιάτικα-καλοκαιρινά φρούτα παγκοσμίως, το οποίο χαρακτηρίζεται από μοναδική γεύση και ιδιαίτερο άρωμα με μεγάλη εμπορική και εξαγωγική αξία. Η καλλιέργεια της στη χώρα μας ξεκίνησε το 1970 στην Βόρεια Ελλάδα (Πιερία) και από εκεί διαδόθηκε σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Οι κυρίαρχες ποικιλίες που καλλιεργούνται στην χώρα μας είναι οι: Camarosa, Fortuna, Ventana, Candonga, Sabrina, Benicia και τελευταία η Victory με την πρώτη να είναι η βασική που όμως υποκαθίσταται από τις υπόλοιπες και κυρίως τη δεύτερη τα τελευταία χρόνια.
Σκοπός της παρούσας εργασίας, ήταν η μελέτη της επίδρασης της αλατότητας, στην ανάπτυξη των φυτών καθώς και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των καρπών δύο διαφορετικών γονοτύπων φράουλας, σε συνδυασμό με την καταγραφή των μικροκλιματικών συνθηκών εντός του θερμοκηπίου και ιδιαίτερα αυτών που σχετίζονται με την προσρόφηση νερού από τα φυτά υπό συνθήκες αλατότητας.
Συνολικά χρησιμοποιήθηκαν 198 φυτά, 99 από την ποικιλία Camarosa και 99 από το γονότυπο προχωρημένου σταδίου επιλογής Α10 τα οποία προμηθευτήκαμε από την BerryPlasma World LLC. Ακολουθήθηκε πειραματική διάταξη με βάση το σχέδιο Τυχαιοποιημένων Πλήρων Ομάδων (ΤΠΟ), όπου εφαρμόστηκαν διαφορετικοί χειρισμοί με νερό άρδευσης αυξημένης αλατότητας. Ο ένας χειρισμός περιλάμβανε νερό άρδευσης με ηλεκτρική αγωγιμότητα 2 dS m–1 ενώ ο δεύτερος 3,5 dS m–1. Στο μάρτυρα το νερό άρδευσης προήλθε από το αστικό δίκτυο. Τα φυτά κάθε ποικιλίας χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες των 33 φυτών. Η κάθε ομάδα φυτών αποτελούνταν από τρεις επαναλήψεις με έντεκα φυτά σε κάθε επανάληψη. Η έναρξη καταπόνησης ξεκίνησε 65 μέρες μετά την φύτευση, αφού τα φυτά είχαν αναπτύξει αρκετή φυλλική επιφάνεια. Πραγματοποιήθηκαν συνολικά 3 δειγματοληψίες καρπών σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα εντός των οποίων πραγματοποιηθήκαν αρκετές συγκομιδές. Η κάθε δειγματοληψία διαρκούσε περίπου έναν μήνα. Η πρώτη συγκομιδή έγινε 23 Φεβρουαρίου 2019 και η τελευταία 17 Απριλίου 2019. Κατά τη δειγματοληψία λαμβάνονταν όλοι οι πλήρως ώριμοι καρποί ανά φυτό. Οι μετρήσεις έλαβαν χώρα αμέσως μετά την συγκομιδή και πριν την αποθήκευση των καρπών. Αυτές αφορούσαν το βάρος, τη διάμετρο και το μήκος του καρπού, όπως επίσης και την ολική παραγωγή. Οι μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την ολοκλήρωση των δειγματοληψιών αφορούσαν τα ολικά διαλυτά στερεά, την ολική ογκομετρούμενη οξύτητα, το pH και την περιεκτικότητα των καρπών σε διαλυτά σάκχαρα.
Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με την ανάλυση διασποράς (ANOVA) με παράγοντες τις επεμβάσεις αλατότητας, σύμφωνα με τη δοκιμασία πολλαπλών μέσων του Tukey’s HSD, σε επίπεδο σημαντικότητας α=0,05. Με βάση τα αποτελέσματα, η ποικιλία Camarosa φαίνεται να είναι λιγότερο ανθεκτική στην αλατότητα από την Α10, όσον αφορά την ολική παραγωγή καθώς και την μέση παραγωγή ανά φυτό, σε όλους τους χειρισμούς. Στην περίπτωση των ολικών διαλυτών στερεών, παρατηρείται υψηλότερη συγκέντρωση αυτών στην επέμβαση των 3,5 dS m-1 στην ποικιλία Camarosa, εν αντιθέσει με την ποικιλία Α10 στην οποία η συγκέντρωση των ολικών διαλυτών στερεών είναι υψηλότερη στον μάρτυρα. Τέλος, η ποιότητα των καρπών του μάρτυρα και για τις δύο ποικιλίες υπερέχει, χωρίς όμως η στατιστική διαφορά από τις άλλες δύο επεμβάσεις να είναι σημαντική, ενώ και στις δυο ποικιλίες η άρδευση με διάλυμα 3,5 dS m-1 επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος. |
el |