Επιτομή:
Τα παιδιά με γλωσσικές διαταραχές συχνά εμφανίζουν σημαντικά ελλείμματα στην σημασιολογία. Τα ελλείμματα αυτά περιλαμβάνουν περιορισμένο εκφραστικό και αντιληπτικό λεξιλόγιο, δυσκολία στην ανάκληση γνωστών λέξεων, σημαντική δυσκολία στην εκμάθηση νέων εννοιών, δυσκολία να δημιουργήσουν πολύπλοκες εννοιολογικές αναπαραστάσεις εντός και μεταξύ λέξεων (Rice et al., 1990). Οι διαγνωσμένες λεξιλογικές δυσκολίες στα παιδιά με γλωσσικές διαταραχές αντιπροσωπεύουν μια συνεχιζόμενη γλωσσική δυσλειτουργία με σαφή και άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινή τους επικοινωνία και στην μαθησιακή τους επίδοση (Adams, C., Lockton, E., Freed, J., Gaille, J., Earl, G., Mcbean, K., Nash, M., Green, J., Vail, A. & Law, J., 2012). Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να παρουσιαστούν οι κυριότερες λεξιλογικές παρεμβάσεις, και πως αυτές μπορούν να εφαρμοστούν σε παιδιά με σημασιολογικές δυσκολίες, καθώς και να σχεδιαστούν δύο βραχύχρονα προγράμματα ανάπτυξης λεξιλογίου σε δύο παιδιά προσχολικής ηλικίας, όπου εφαρμόστηκε κατά κύριο λόγο η σημασιολογική θεραπεία και αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης μετά από χρονικό διάστημα 6 εβδομάδων. Συμμετέχοντες της μελέτης αποτέλεσαν δύο παιδιά προσχολικής ηλικία με γλωσσικές διαταραχές, τα οποία δεν είχαν συμμετάσχει στο παρελθόν σε προγράμματα αγωγής λόγου. Πριν την έναρξη της διαδικασίας, ενημερώθηκαν διεξοδικά οι γονείς των συμμετεχόντων για το σκοπό, τη διάρκεια και τα πιθανά οφέλη της εν λόγω μελέτης και ζητήθηκε η ενυπόγραφη συγκατάθεσή τους. Μετά την αρχική αξιολόγηση των Π.Τ (3 ετών και 8 μηνών) και Π.Κ (4 ετών και 8 μηνών) και την καταγραφή των ελλειμμάτων, ακολούθησε η λεπτομερή ενημέρωση των γονέων για τα όσα φάνηκαν στην αξιολόγηση και καταρτίστηκε το ατομικό πρόγραμμα παρέμβασης για κάθε συμμετέχοντα. Κατά την αρχική τους αξιολόγηση έγινε φανερό πως και οι δύο συμμετέχοντες είχαν σημαντικές δυσκολίες στην συγκέντρωση και την προσοχή και επιπλέον, ο πιο μικρός από τους δύο δεν είχε φοιτήσει σε σχολικό πλαίσιο και δυσκολευόταν να αποχωριστεί την μητέρα του. Επιπλέον, διαπιστώθηκαν ελλείμματα σημαντικά σε σύγκριση με την αναπτυξιακή τους ηλικία σε 5 βασικές σημασιολογικές κατηγορίες (ρούχα, κουζινικά, έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές και φρούτα) και λέξεις μεγάλης συχνότητας. Πέρα απ την κατονομασία των εννοιών, μέρος της αξιολόγησης ήταν η περιγραφή τους, ως προς τα εξωτερικά χαρακτηριστικά (χρώμα, σχήμα) αλλά και τη χρήση.
Το πρόγραμμα αγωγής λόγου για κάθε συμμετέχοντα σχεδιάστηκε με βάση τα λεξιλογικά ελλείμματα που παρουσίασε στην αρχική αξιολόγηση. Η συνολική θεραπεία είχε διάρκεια ενός μήνα, με συχνότητα 2 συνεδρίες την εβδομάδα. Χρησιμοποιήθηκε η σημασιολογική θεραπεία για τρεις εβδομάδες και για μία εβδομάδα η φωνολογική παρέμβαση. Παρά το σύντομο χρονικό διάστημα και τον περιορισμένο αριθμό συνεδριών, η σημασιολογική θεραπεία αποδείχτηκε αποτελεσματική. Όπως αποδείχτηκε από την επαναξιολόγηση, τα παιδιά είχαν πλέον κατακτήσει σε ποσοστό από 30% έως 45% των εννοιών στις οποίες βασίστηκε η θεραπεία τους, επιδώσεις ανάλογες με εκείνες που αναφέρουν αντίστοιχες μελέτες στην Αγγλική (Easton et al., 1997, Ebbels et al., 2012, Best et al., 2017).