Επιτομή:
Η διπολική διαταραχή (BD) είναι μια σοβαρή διανοητική ασθένεια που
χαρακτηρίζεται από χρόνιες παθήσεις, διασταλτική αστάθεια και σχετικά υψηλά
ποσοστά υποτροπής και αυτοκτονίας. Τα σημερινά αποδεικτικά στοιχεία υποστηρίζουν ότι οι δυσμενείς κύκλοι μεταξύ των κληρονομικών και γενετικών παραγόντων, της νευροπληγίας και του κοινωνικού ρυθμού αποτελούν μια κρίσιμη αιτιολογία. Η φαρμακολογική θεραπεία είναι η πρώτη προτεραιότητα για τους ασθενείς με ΔΔ κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης. Οι φαρμακολογικές και ψυχοκοινωνικές θεραπείες πρέπει να συνδυάζονται κατά τη διάρκεια του σταδίου συντήρησης, προκειμένου να βοηθηθούν οι ασθενείς να αυτοδιαχειρίζονται τα φάρμακα, να ελέγχουν αποτελεσματικά τις μεταβολές της διάθεσης, να ενισχύουν την αυτοδιαχείριση των ασθενειών και τις κοινωνικές λειτουργίες, να μειώνουν τους κινδύνους υποτροπής και επανεισαγωγής και να σταθεροποιούν τη γενική υγεία.
Στην παρούσα εργασία, αρχικά γίνεται μια εισαγωγική παρουσίαση της παθοφυσιολογίας και επιδημιολογίας του συνόλου των συναισθηματικών διαταραχών και ειδικότερα της νόσου της διπολικής διαταραχής. Ακολουθεί μια επισκόπηση των διαγνωστικών και θεραπευτικών προσεγγίσεων που εφαρμόζονται στην τρέχουσα ιατρική πρακτική όσον αφορά στη διαχείριση και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νόσου. Στη συνέχεια, αναλύονται οι συμβατικές μέθοδοι παρακολούθησης της ασθένειας, με αναφορά στα έντυπα ημερολόγια απεικόνισης της ψυχικής κατάστασης που έχουν μέχρι σήμερα καθιερωθεί στην ιατρική πρακτική για το σκοπό αυτό. Ακολούθως, γίνεται εκτενής αναφορά στη συμβολή της τεχνολογίας στον τομέα της παρακολούθησης της ασθένειας και τις μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί με την αξιοποίηση συστημάτων καταγραφής και επεξεργασίας των κατάλληλων βιοσημάτων, ανάλυσης κίνησης και φωνής του ασθενούς και προσαρμογής τεχνικών που χρησιμοποιούνται για άλλες ασθένειες και που έχουν ήδη δώσει αξιόπιστα αποτελέσματα. Τέλος, εξάγονται συμπεράσματα σχετικά με το ρόλο της στην αποτελεσματική παρακολούθηση του ασθενούς και στην έγκαιρη διάγνωση τόσο των μανιακών όσο και των καταθλιπτικών επεισοδίων, περιορίζοντας έτσι τις ανεπιθύμητες εκδηλώσεις της διπολικής διαταραχής και ανοίγοντας παράλληλα το δρόμο για τη θεραπεία του ασθενούς.