Επιτομή:
Εισαγωγή:
Η αφασία είναι μία πάθηση που επηρεάζει την επικοινωνία. Χαρακτηρίζεται πρωτίστως από την απώλεια της ικανότητας για λειτουργική ομιλία. Μπορεί να συνοδεύεται και από απώλεια της ικανότητας κατανόησης του προφορικού ή γραπτού λόγου. Στην περίπτωση της αφασίας, ανάλογα τον τύπο, το άτομο έχει διαταραγμένη ομιλία, δε δύναται να αποδώσει το σωστό νόημα στις λέξεις, να κατανοεί το περιεχόμενο των λέξεων και πολλές φορές να διαβάζει. Τα κύρια συμπτώματα της αφασίας περιλαμβάνουν τη ροή του λόγου, την κατανόηση, την επανάληψη, την κατονομασία, την ανάγνωση και τη γραφή. Ως εκ τούτου στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η στάθμιση του FAST (Frenchay Aphasia Screening Test) σε υγιή ελληνικό πληθυσμό και να αναλυθούν τα αποτελέσματα του.
Μεθοδολογία:
Για να εξασφαλιστεί ότι τα άτομα που επρόκειτο τα εξετασθούν είχαν γνωστική λειτουργικότητα, δηλαδή ορθό λόγο, σκέψη και αντίληψη, προηγήθηκαν δύο δοκιμασίες: το MOCA (Montreal Cognitive Assessment) καθώς και το BNT (Boston Naming Test). Το δείγμα της έρευνας αποτελείτο από 100 άτομα άντρες και γυναίκες ηλικίας 18 έως 51 ετών. Τα άτομα αυτά επιλέχθηκαν τυχαία και συμμετείχαν εθελοντικά. Μετά τη διαδικασία των δοκιμασιών ακολούθησε διεξοδική στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων με σκοπό τη σύγκριση των μεταβλητών έτσι ώστε σε τελικό επίπεδο να γίνει αντιληπτό εάν οι καταγραφές του δείγματος καταλήγουν σε ορθά αποτελέσματα και επομένως αν θα μπορεί να διαμοιραστεί το FAST σε υγιή πληθυσμό και μετέπειτα σε αφασικούς ασθενείς.
Αποτελέσματα:
Ύστερα από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που πραγματοποιήθηκε με βάση το συγκεκριμένο δείγμα ατόμων προκύπτει το συμπέρασμα ότι τα δημογραφικά χαρακτηριστικά δεν επηρεάζουν τη βαθμολογία που επιτυγχάνεται στα ανιχνευτικά εργαλεία: (MOCA, BNT, FAST) και στις υποκατηγορίες του FAST. Επομένως, αφού καμία από τις μεταβλητές που εξετάστηκαν (φύλο, ηλικία, επάγγελμα, εκπαίδευση, γνώση ξένων γλωσσών και το επίπεδο αυτών, προτίμηση χεριού, όραση) δεν επηρεάζουν την έκβαση των αποτελεσμάτων, το FAST κρίνεται ως ένα αντικειμενικό εργαλείο ανίχνευσης το οποίο δεν εξαρτάται από τους προαναφερθέντες παράγοντες. Κατά συνέπεια με βάση τη συγκεκριμένη έρευνα θα μπορούσε να χορηγηθεί καθολικά στον πληθυσμό χωρίς εξαιρέσεις καθώς και να χρησιμοποιηθεί για την μετέπειτα έρευνα άλλων μελλοντικών επιστημονικών και ερευνητικών ερωτημάτων. Το συμπέρασμα αυτό διαφαίνεται από το γεγονός ότι δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των μεταβλητών. Για να καταλήξουμε στο σημείο αυτό πρωτίστως έγινε σύγκριση των δημογραφικών χαρακτηριστικών με το κάθε εργαλείο ξεχωριστά και έπειτα των εργαλείων μεταξύ τους και συγκεκριμένα των MOCA-FAST και BNT-FAST και των υποκατηγοριών του. Έπειτα από λεπτομερή ανάλυση βρέθηκε πως δεν υπάρχει στατιστική σημαντικότητα μεταξύ των μεταβλητών γιατί p>0.05. Επομένως σε όλα τα t-test έγινε αποδεκτή η μηδενική υπόθεση. Παρ’όλα αυτά, υπάρχουν αρκετοί παράγοντες ανάμεσα στα εργαλεία που συγκρίθηκαν (π.χ.: αύξηση των συμμετεχόντων στην έρευνα), οι οποίοι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν συνθήκες όπου να παρουσιαστούν στατιστικώς σημαντικές διαφορές και κατά συνέπεια να αλλάξει η έκβαση των αποτελεσμάτων.