Επιτομή:
Το αλκοόλ επηρεάζει τον εγκέφαλο ποικιλότροπα, η δυσκολία στο περπάτημα και στην διατήρηση της ισορροπίας, η επιβράδυνση των αντανακλαστικών, η αργή και δυσνόητη ομιλία, η θολή όραση και τα κενά μνήμης αποτελούν τα πιο κύρια συμπτώματα της μεγάλης κατανάλωσης αλκοόλ. Μερικά από αυτά τα στοιχεία εμφανίζονται πιο εύκολα από άλλα μετά από μικρή κατανάλωση αλκοόλ και σταματάνε να εμφανίζονται όταν το άτομο γίνει νηφάλιο. Από την άλλη ,ένα άτομο που πάσχει από αλκοολισμό για μεγάλο χρονικό διάστημα ,μπορεί να εμφανίσει μερικές από αυτές τις εγκεφαλικές δυσλειτουργίες και αυτές να παραμείνουν ακόμα κι αν το άτομο αυτό επιστρέψει σε κατάσταση νηφαλιότητας.
Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνηθούν οι ποσοτικές και ποιοτικές αλλαγές που υφίσταται η ομιλία και η φωνή μετά την κατανάλωση αλκοόλ .Πιο συγκεκριμένα διερευνάται η εμβέλεια της πιθανότητας μεταβολής των φωνητικών-ακουστικών χαρακτηριστικών της ομιλίας που προξενεί το αλκοόλ. Η προ υπάρχουσα έρευνα στο συγκεκριμένο πεδίο είναι μικρής κλίμακας.
Στη μελέτη έλαβαν μέρος 25 υποκείμενα, τα οποία υποβλήθηκαν σε δοκιμασίες ανάγνωσης κειμένων-λέξεων σε νηφάλια κατάσταση αλλά και υπό την επήρεια αλκοόλ. Στη συνέχεια τα δείγματα ομιλίας τέθηκαν σε αντιληπτικές και ακουστικές αναλύσεις μέσω της χρήσης ειδικού προγράμματος.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ποσότητα αλκοόλ, η οποία ήταν 4 ποτήρια κρασί με αλκοολούχο βαθμό 13%, που θέσαμε αν και επέφερε αλλαγές στις μεταβλητές των φωνημάτων που ορίσαμε αλλά και στις μεταβλητές των κειμένων που χορηγήσαμε δεν εμφανίστηκαν σημαντικές στατιστικές αποκλίσεις μεταξύ πριν και μετά κατανάλωσης αλκοόλ
Συμπερασματικά αν και το αλκοόλ επιδρά στην φώνηση και στην άρθρωση της ανθρώπινης ομιλίας, πρέπει να καταναλωθεί σε μεγαλύτερες ποσότητες από αυτές οι οποίες είχαν οριστεί για να παρατηρηθούν σημαντικές αλλαγές.