Επιτομή:
Η παρούσα πτυχιακή εργασία αναφέρεται στην μετάβαση του βιβλίου επικοινωνίας PECS σε ηλεκτρονική μορφή (application) μέσω ενός φορητού ηλεκτρονικού υπολογιστή (iPad) ως Επαυξητικό – Εναλλακτικό Σύστημα Επικοινωνίας σε μη - λεκτικά παιδιά που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού. Η έρευνα βασίστηκε στην μελέτη δύο αγοριών ηλικίας 8,10 και 18,7 ετών αντίστοιχα, που έχουν διαγνωσθεί με ΔΑΦ και από μικρή ηλικία αποτελούν χρήστες της ΕΕΕ (μέσω του βιβλίου επικοινωνίας PECS). Η εφαρμογή PECS βασίστηκε στις ικανότητες του καθενός και διαμορφώθηκε ανάλογα με το βιβλίο επικοινωνίας που χρησιμοποιούσαν ήδη. Κατά αυτόν τον τρόπο, το νέο ψηφιακό πλέον βιβλίο επικοινωνίας, δίνει την δυνατότητα στον χρήστη να εκτελεί τις ήδη μαθημένες επικοινωνιακές ενέργειες αλλά πιο διαδραστικά. Συνεχίζει να εξελίσσεται, δηλαδή, παράλληλα με την ανάπτυξη του παιδιού, τόσο ως προς το λεξιλόγιο του όσο και των ευρύτερων αναγκών του. Πιο συγκεκριμένα, επιτρέπει στον χρήστη να τραβήξει απλώς μια φωτογραφία ενός αντικειμένου και να την χρησιμοποιήσει άμεσα, να κάνει αναζήτηση εικόνων, να παράγει ηχητική κατονομασία των εικόνων που είναι προ εγκατεστημένη χωρίς θορύβους από το εξωτερικό περιβάλλον και σταθερή σε χαρακτηριστικά όπως ταχύτητα, ύψος και ένταση, να ρυθμίσει τον ισοσταθμιστή ήχου ώστε η φωνή να ταιριάζει στο φύλο και στην χρονολογική ηλικία του και τέλος να επιστεί την προσοχή των ατόμων του ευρύτερου χώρου χωρίς βλεμματική ή σωματική παρακίνηση. Η παρέμβαση, που διήρκησε 11/2 μήνα στον Α. (13 συνεδρίες διάρκειας 60 λεπτών) και 1 μήνα στον Μ. (7 συνεδρίες διάρκειας 60 λεπτών), πραγματοποιήθηκε σε διάφορα πλαίσια όπως το σπίτι, το ειδικό σχολείο και την ευρύτερη κοινότητα, με συχνότητα 1 με 3 φορές την εβδομάδα. Στόχος της ήταν εύρεση της δυνατότητας ή μη της μετάβασης του σταδίου που βρισκόταν το παιδί στο βιβλίο επικοινωνίας PECS στο αντίστοιχο στάδιο της εφαρμογής και ανάλογα με τα αποτελέσματα να επισημανθούν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα. Η παρέμβαση αποτελούταν από 2 και 1 συνεδρίες γνωριμίας και λήψης ιστορικού αντίστοιχα, 1 συνεδρία σταθμισμένης και μη σταθμισμένης αξιολόγησης, 10 (στον Α.) και 7 (στον Μ.) συνεδρίες παρέμβασης και 1 συνεδρία επαναξιολόγησης. Η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης αξιολογήθηκε με βάση την ανάγκη του παιδιού από καθοδηγούμενες συμπεριφορές, την πλήρη εξάλειψη των λαθών του και τελικά αν κατάφερε να κατακτήσει το επίπεδο που βρισκόταν στο βιβλίο επικοινωνίας του. Με βάση τα αποτελέσματα και οι δύο περιπτώσεις έφτασαν στον στόχο που είχε τεθεί εξ’ αρχής, με μοναδική διαφορά τον χρόνο που χρειάστηκαν για να φθάσουν στο σημείο αυτό. Αξίζει να σημειωθεί πως οι οικογένειες των παιδιών, παρακολουθώντας με το πέρας των συνεδριών την ανοδική εκφραστική εξέλιξη της επικοινωνίας του παιδιού τους αλλά παράλληλα και την βελτίωση της αυτοπεποίθησης και την σημαντική αύξηση των κινήτρων να επικοινωνήσει, θέλησαν να αποκτήσουν την εφαρμογή προκειμένου να γίνει ο βασικός τρόπος επικοινωνίας τους. Στην συγκεκριμένη έρευνα διαδραμάτισαν ρόλο πολλοί προσωπικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τα αποτελέσματα. Για το λόγο αυτό, συστήνεται η συνέχιση του λογοθεραπευτικού προγράμματος, καθώς τα παιδιά μπορούν να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο του PECS στην εφαρμογή, κερδίζοντας περισσότερα οφέλη με την δυνατότητα παραγωγής φωνής, ενισχύοντας τον τομέα της κοινωνικής τους αλληλεπίδρασης.