Επιτομή:
Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία είχε στόχο να μελετήσει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδία νηπιακής ηλικίας καθώς και αυτά στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο, όσο και σε πρακτικό.
Επομένως, οφείλαμε να παρουσιάσουμε όχι μόνο την ορολογία αλλά και τις έννοιες και τις εννοιολογικές δομές που είναι απαραίτητες για την βαθύτερη κατανόηση των δυσκολιών της ανάγνωσης. Στις προκείμενες περιπτώσεις στόχος μας ήταν να αναλύσουμε και να ομαδοποιήσουμε τα λάθη που έκαναν ένα μεγάλο δείγμα παιδιών και να τα ομαδοποιήσουμε. Τα ερευνητικά ερωτήματα που τέθηκαν ήταν αρχικά να δούμε αν το φύλο των παιδιών επηρεάζει την συχνότητα των λαθών, αν υπήρχαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα λάθη των τριών τάξεων μεταξύ τους και κατά πόσο η πόλη καταγωγής και ανάπτυξης των παιδιών έχει συσχέτιση.
Αρχικά χορηγήσαμε το αξιολογητικό εργαλείο, Ανίχνευση και διερεύνηση των αναγνωστικών δυσκολιών στο Νηπιαγωγείο και στην Α’ & Β’ Δημοτικού (Πόρποδας, 2007), το οποίο και χορηγήσαμε σε μαθητές που φοιτούσαν στην Α΄ και Β΄ τάξη του δημοτικού σχολείου καθώς και στο νηπιαγωγείο.
Ο πληθυσμός της ερευνάς μας ήταν 180 παιδιά, τα οποία χωρίστηκαν σε 3 ισόποσες ομάδες των 60 ατόμων. Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε παιδιά που φοιτούσαν στο νηπιαγωγείο και τα οποία ήταν 30 αγόρια και 30 κορίτσια. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο χωρίστηκαν και οι ομάδες στην Α’ και Β’ Δημοτικού. Τα παιδιά εξετάστηκαν στα σχολεία που φοιτούσαν και για όλα υπήρχε έγκριση του σχολείου για την συμμετοχή τους στην έρευνα καθώς και έγκριση των γονέων. Η διεξαγωγή της πειραματικής διαδικασίας έγινε σε σχολεία της Αθήνας και των Χανίων, τόποι καταγωγής των ερευνητριών. Η συλλογή και η επεξεργασία του δείγματος διήρκησε περίπου 4 μήνες από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Ιούνιο του ίδιου έτους.
Το τεστ που χορηγήθηκε στα παιδιά αποτελείται από εννέα δοκιμασίες-αξιολόγησης, οι οποίες αξιολόγησαν τέσσερις βασικούς τομείς γνωστικών-γλωσσικών λειτουργιών που συνθέτουν και υποστηρίζουν την εκμάθηση και τη διεκπεραίωση της αναγνωστικής λειτουργίας. Οι τέσσερις βασικοί τομείς είναι: η αναγνωστική αποκωδικοποίηση, η αναγνωστική κατανόηση, η φωνολογική επίγνωση και η βραχύχρονη μνήμη φωνολογικών πληροφοριών.
Στους μαθητές νηπιαγωγείου στις δοκιμασίες φωνολογικής επίγνωσης παρατηρήσαμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών στη δραστηριότητα διάκρισης φωνημάτων κατάφερε να ολοκληρώσει 10 -14 δοκιμασίες (ποσοστό 45%), στην κατάτμηση ψευδολέξεων σε φωνήματα πάλι το 46,67 κατάφερε να απαντήσει 10-14 σωστές, στην απαλοιφή φωνημάτων το 38,33% κατάφερε 10-14 σωστές δοκιμασίες.
Όσον αφορά την δοκιμασία της μνήμης ακολουθιών αριθμών μόλις το 18% του δείγματος κατάφερε να ολοκληρώσει την δραστηριότητα, ενώ στην επανάληψη ψευδολέξεων το 45% του δείγματος κατάφερέ να επαναλάβει 5-9 λέξεις.
Παρατηρήσαμε ότι στις πρώτες δοκιμασίες οι σωστές απαντήσεις είναι μέχρι 9 και αυτό γιατί τα παιδιά στο νηπιαγωγείο δεν έχουν εδραιώσει και κατακτήσει πλήρως το σύστημα της ανάγνωσης.
Τα αποτελέσματα των μαθητών που φοιτούν στην Α τάξη του Δημοτικού σχολείου έδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών κατάφερε να διαβάσει 15-19 συλλαβές. Στις δραστηριότητες, ανάγνωση ψευδολεξεων, ανάγνωση προτάσεων κ επιλογή εικόνων, ανάγνωση συμπλήρωση ελλείπων προτάσεων, διάκριση φωνημάτων και μνήμη ακολουθιών αριθμών μεγαλύτερα ποσοστά μαθητών απάντησαν 10-14 σωστές απαντήσεις. Τέλος στην κατάτμηση ψευδολέξεων σε φωνήματα, στην απαλοιφή φωνημάτων και στην επανάληψη ψευδολέξεων κατάφερε ποσοστό μικρότερο του 10% να ολοκληρώσει τι δραστηριότητες με τα μεγαλύτερα ποσοστά στις δοκιμασίες αυτές να εμφανίζουν 15-19 σωστές απαντήσεις. Και στα αποτελέσματα της Α τάξης παρατηρήσαμε συσχέτιση μεταξύ της φωνολογίας και την αναγνωστικής ικανότητας.
Στους μαθητές της Β τάξης παρατηρήσαμε ότι μεγαλύτερα ποσοστά με σωστές απαντήσεις από 15-19 ήταν στις δοκιμασίες κατάτμηση ψευδολεξεων σε φωνήματα, απαλοιφή φωνημάτων, επανάληψη ψευδολεξεων, ανάγνωση συλλαβών και ψευδολεξεων, διάκριση φωνημάτων, κατάτμηση ψευδολεξεων σε φωνήματα, απαλοιφή φωνημάτων και επανάληψη ψευδολεξεων. Ενώ στις δοκιμασίες ανάγνωση προτάσεων και επιλογή εικόνων, ανάγνωση συμπλήρωση ελλείπων προτάσεων και μνήμη ακολουθιών αριθμών μεγαλύτερα ποσοστά σωστών απαντήσεων ήταν μεταξύ 10-14 απαντήσεων. Και στα αποτελέσματα της Β τάξης παρατηρήσαμε συσχέτιση μεταξύ της φωνολογίας και την αναγνωστικής ικανότητας. Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί ότι στις δοκιμασίες ανάγνωση συλλαβών, ανάγνωση ψευδολεξεων, διάκριση φωνημάτων, κατάτμηση ψευδολεξεων σε φωνήματα, απαλοιφή φωνημάτων και επανάληψη ψευδολεξεων τα παιδιά της Β τάξης σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20% ολοκλήρωσαν τις δραστηριότητες του αξιολογητικού εργαλείου. Η σχέση αυτή υποστηρίζει ότι όταν αναπτύσσεται η φωνολογία επηρεάζεται θετικά και ανάπτυξη της ανάγνωσης.
Στην συνέχεια των αποτελεσμάτων μελετήσαμε κατά πόσο το φύλο μπορεί να επηρεάζει στην ανάπτυξη της αναγνωστικής ικανότητας. Από τα αποτελέσματα παρατηρήσαμε ότι στα παιδιά του νηπιαγωγείου δεν προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στους μέσους όρους του φύλου στις 9 δοκιμασίες, στα παιδιά της Α δημοτικού υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στο φύλο όσον αφορά την δοκιμασία διάκρισης φωνημάτων, ενώ στα παιδιά της Β Δημοτικού έδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές στο φύλο στην δοκιμασία επανάληψης ψευδολέξεων. Όπως παρατηρήσαμε δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές σε σχέση με το φύλο. Τα ευρήματα της έρευνας δεν παρουσίασαν διαφορές επίδοσης ανάμεσα στα δύο φύλα συγκριτικά με την αναγνωστική αποκωδικοποίηση.
Τέλος διερευνήσαμε κατά πόσο η πόλη καταγωγής επηρεάζει τα αποτελέσματα μας. Στα παιδιά του νηπιαγωγείου εμφανίστηκαν ελαφρώς υψηλότερα τα αποτελέσματα στα παιδιά από την Κρήτη σε σχέση με τα παιδία της πρωτεύουσας, τα παιδία της Β δημοτικού των Χανίων εμφάνισαν σε δύο δοκιμασίες καλύτερα ποσοστά σε σχέση με τα παιδιά της Αθήνας και τα παιδιά της Α δημοτικού καλύτερα ποσοστά φάνηκαν να έχουν να παιδιά της Αθήνας σε σχέση με τα παιδιά των Χανίων σε μία δοκιμασία. Στις περισσότερες δοκιμασίες συνολικά τα ποσοστά ήταν περίπου τα ίδια και για τις 3 τάξεις, συνεπώς θεωρήσαμε ότι ο τόπος διαμονής και ανάπτυξης των παιδιών δεν επηρεάζει την ανάπτυξη της ανάγνωσης.