Επιτομή:
Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία εξετάζει δύο (κυρίως) διαφορετικούς κλάδους, οι οποίοι όσο και αν φαίνεται να διαφέρουν μπορούν , όχι μόνο να συνυπάρξουν κάτω από την ίδια μουσειακή «στέγη» ,αλλά καταφέρνουν να παρουσιάσουν,(ο καθένας από τη σκοπιά του) ευρήματα (τα οποία στη πορεία αποκτούν τα ίδια μια διαφορετική αξία). Εξετάζοντας λεπτομερέστερα αυτά τα ευρήματα μπορούμε να οδηγηθούμε σε συμπεράσματα που αφορούν τον άνθρωπο και το περιβάλλον του, καθώς και την εξέλιξη – αλληλεπίδρασή του με αυτό του ίδιου και του χώρου που τον περιβάλλει.
Η μελέτη αυτή βασίζεται στο μουσείο Γουλανδρή το οποίο αν και είναι ένα μουσείο φυσικής ιστορίας, περιλαμβάνει εκθέματα που έχουν αρχαιολογικές ρίζες, όπως για παράδειγμα όστρακα και κοχύλια από τα οποία λέγεται πως οι αρχαίοι εμπνεύστηκαν και δημιούργησαν το ελικοειδές σχήμα των κιόνων, ζώα με ιδιαίτερο λατρευτικό και μυθολογικό χαρακτήρα, πετρώματα με ιδιαίτερη ιστορία, φυτικά και ζωικά απολιθώματα, φυτά και έντομα και πολλά ακόμα. Όλα αυτά τα αντικείμενα τεκμηριώνουν την αρχαιολογική τους διάσταση μέσα από επιστημονικές πηγές και βιβλιογραφία.
Εν συνεχεία αυτής της έρευνας παρουσιάζεται μια πρόταση δημιουργίας μιας περιοδικής έκθεσης με τίτλο : «Η Αρχαιολογία συναντά εκθέματα Φυσικής Ιστορίας στο μουσείο Γουλανδρή ». Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία δεν αποτελεί μια πρόταση δημιουργίας περιοδικής έκθεσης, αλλά σκοπεύει να αποδείξει ότι η σύνδεση βιολογίας και αρχαιολογίας είναι στενή και ειδικά ανάμεσα στα εκθέματα του συγκεκριμένου μουσείου, που αποτελεί και το μοναδικό μουσείο φυσικής ιστορίας της πρωτεύουσας. Στόχος της να φέρει στην επιφάνεια την αρχαιολογική ταυτότητα που κρύβουν τα συγκεκριμένα εκθέματα τα οποία παρουσιάζονται από τη βιολογική και περιβαλλοντική τους πλευρά.
Η μεθοδολογία συνίσταται κυρίως σε βιβλιογραφική έρευνα και ερμηνεία των πηγών, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξε και η επιτόπια έρευνα στους χώρους του μουσείου.